Κάνουμε τον απολογισμό του πολέμου. Ενός εμφυλίου πολέμου, ο οποίος ξεκίνησε πολύ καιρό πριν, στα κρυφά. Ενός πολέμου, στον οποίο εμείς είμαστε οι κακοί. Έτσι μας παρουσιάζουν με τις λανθασμένες ορολογίες τους και τα κυριλέ κουστούμια τους. Αυτοί είναι οι καλοί. Αυτοί που κατακλέβουν, νόμιμα πάντα, τον κόσμο, αυτοί που τον καθηλώνουν σε μια καρέκλα μπροστά στην τηλεόραση, απλόχερα ταΐζοντας το μυαλό του με σκατά.
Κερδίσαμε μερικές μάχες, χάσαμε άλλες, όμως δεν το βάλαμε κάτω. Ξανασηκωθήκαμε και συνεχίσαμε. Κυρίως χάρη στην ξεροκεφαλιά που μας χαρακτηρίζει ως νέους, αλλά και στην απουσία ουσιαστικών κατηγορητικών στοιχείων εναντίον μας. Τώρα τα πράματα φούντωσαν. Χάσαμε όλα, σχεδόν, τα κάστρα μας, αυτά που χτίσαμε για να ζούμε μέσα κι όχι για να πολεμάμε από αυτά. Χάσαμε πολλούς άξιους συμπολεμιστές.
Χάσαμε, τελικά, τη σταθερότητα μας ως άτομα: άλλοι τρελάθηκαν και πήραν τα βουνά σε ατομικές επιχειρήσεις αυτοκτονίας, άλλοι αυτοκτόνησαν για να προλάβουν τον ατιμασμό από τον εχθρό, άλλοι έπεσαν σε κατάθλιψη, παράτησαν τις ασπίδες και τα σπαθιά κι αφέθηκαν να πεθάνουν λυπημένοι, άλλοι παρανόησαν και νυχτοξημερώνονται στα χαλάσματα των κάστρων μας, λες και σε μια μαγική στιγμή, κάποια αόρατη δύναμη θα τα ξαναστήσει, όπως ήταν πρώτα: χαμηλά, ταπεινά μα δοξασμένα.
Άλλοι, πάλι, είναι ήρεμοι, γεγονός που φαντάζει εξωπραγματικό, αν αναλογιστεί κανείς τα όσα προηγήθηκαν. Μέσα και πίσω από αυτή την ηρεμία, όμως, φωλιάζει μια εκδικητική οργή, που παρόμοια της δεν έχει αντιμετωπίσει ξανά ο καλογυαλισμένος και φρεσκοξυρισμένος εχθρός. Μια οργή, την οποία ξέρει ο στρατιώτης μας, πως δεν πρέπει να αφήσει να κυριαρχήσει πάνω του, χάνοντας την ψυχραιμία του, παρά μόνο να τη χρησιμοποιήσει ώστε να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα με μόνο θεμιτά μέσα.
Και ποιό είναι το επιθυμητό αποτέλεσμα; Η ελευθερία. Οι πρόγονοι αυτής της χώρας, πέθαναν για την ελευθερία, την ελευθερία του πνεύματος, της έκφρασης της γνώμης, της ιδιοκτησίας ιδεών. Κι όμως, τώρα αυτοί, οι “καλοί” του πολέμου, που είναι αδέρφια μας – μόνο εξ αίματος – αγωνίζονται για να μας στερήσουν την ελευθερία.
Μια ελευθερία την οποία οι ίδιοι τόσα χρόνια καταπατούν και εκμεταλλεύονται, καλυπτόμενοι από νόμους, τους οποίους θέσπισε ο νομοθέτης, αφού είχε συνεννοηθεί πρώτα μαζί τους και φρόντισε να μην τους στενοχωρήσει. Μια ελευθερία, για την οποία θυσιάζαμε τις ζωές μας, χωρίς κανένα όφελος, πριν καν μπούμε στον πόλεμο. Ζούσαμε ειρηνικά, αφιερώνοντας τις ζωές μας για την ευχαρίστηση των άλλων, η οποία παράλληλα ήταν και δική μας χαρά και ικανοποίηση.
Η πιο αγαπημένη λεπτομέρεια αναφορικά με αυτό τον πόλεμο είναι αυτή που ο κάθε ένας από εμάς, αλλά κι από τους δικούς τους ξέρει και είναι η εξής: όλοι, μα όλοι, από εκείνους, ο καθένας ξεχωριστά και κρυφά από τους άλλους συνήθως, έστω και για μια βδομάδα, ήρθαν και πολέμησαν στο πλευρό μας. Κάποιοι από κείνους πέθαναν και τους θάψαμε όπως θάβαμε τους δικούς μας. Κάποιοι, αφού πολέμησαν μαζί μας, ήρθαν στα κάστρα μας, τους φιλοξενήσαμε, τους δώσαμε φαΐ, ποτό, ένα κρεβάτι για ξεκούραση. Και μετά έφυγαν. Πήγαν απέναντι κι άρχισαν να πολεμούν, πάλι, εναντίον μας. Όχι μόνο ξεχνώντας τη φιλοξενία μας, αλλά υποκρινόμενοι πως δεν είχαν καν πλησιάσει τις περιοχές μας.
Με το πέρασμα των χρόνων, τα παιδιά κάποιων από αυτούς, ήρθαν με τη σειρά τους να δοκιμάσουν το περιβάλλον της δικής μας παράταξης. Όχι μόνο τους άρεσε, αλλά αποφάσισαν πως θα έμεναν για πάντα μαζί μας. Με τον όρο, βέβαια, να μην τους κοροϊδεύουμε για την ηλιθιότητα και την κατάντεια των γονιών τους. Το δεκτήκαμε. Αυτό που τους στενοχώρησε και τους πείσμωσε ταυτόχρονα, ήταν η ανακοίνωση που ήρθε μια μέρα από το εχθρικό στρατόπεδο. Ο κάθε γονιός, του οποίου το παιδί ήρθε μαζί μας, ανέφερε το όνομα του, αυτό του παιδιού κι έκανε ένορκη δήλωση ότι αρνείται το παιδί του κι ότι θα αφιερώσει τη ζωή του στην εξόντωση όλων εμάς και πρώτα πρώτα του πρώην παιδιού του.
Τώρα είμαστε στην κατάσταση που περιέγραψα προηγουμένως. Είμαστε κτυπημένοι από παντού. Όλα μας τα κάστρα, αυτά που κάποτε χάριζαν σε εμάς και τους επισκέπτες από το αντίπαλο στρατόπεδο όλα όσα μπορούσαμε να θελήσουμε, τώρα είναι μεγάλοι σωροί από συντρίμια. Νεκρούς, ευτυχώς, δεν έχουμε πολλούς. Κι αυτό είναι που μας δίνει ακόμα μιαν ελπίδα. Αν καταφέρουμε να μαζέψουμε όλους όσοι τρελάθηκαν, έπεσαν σε κατάθλιψη ή απλά έχασαν το φρόνημα τους και τη δίψα για ελευθερία, τότε ίσως δώσουμε μια συνέχεια στο δίκαιο αγώνα μας για ελευθερία.
Η ατμόσφαιρα είναι φορτισμένη. Μυρίζει αγανάκτηση κι αποφασιστικότητα. Ο αέρας που έρχεται από τη μεριά των αντιπάλων, φέρνει ένα άρωμα πανέμορφο, μεθυστικό κι ερωτικό, το οποίο εμείς δε γνωρίσαμε ποτέ στη ζωή μας. Είναι το άρωμα του φόβου.
Το ξέρετε πως θα έρθουμε, με λάβαρο το Δίκαιο, για να πάρουμε την εκδίκηση μας.
Γνωρίζετε πως η Μεγάλη Έκρηξη είναι προ των πυλών. Κι έτσι είναι. Θα συμβεί. Μόνο που δε θα τη δείτε και δε θα την ακούσετε.
3 responses to “Εμφύλιος”
Αν δεν έγραφες στο retwisting post ότι αναφέρεσαι σε τζιήνο το site εν θα επιεννεν ο νους μου με τίποτε τζιαμέ. Ακριβώς γιαυτό το κείμενο σου εν τόσο ωραίο!
*Αν κρίνω με τη θέση που πέρνεις εν είσαι πωλητής ούτε προγραμματιστής ή κάτι τελοσπάντων που να πουλάς δικές σου δημιουργίες.
Η (μόνη) λύση κατα τη γνώμη μου για τη πειρατεία εν ο συμβιβασμός. Πρέπει να καταλάβουν οι εταιρείες ότι εν έχουμε μηχανή να κόφκουμε ευρώ τζιαι οι πωλείτες ότι (πρέπει να) γοράζουν κάτι που κάποιος άλλος εκόπιασε για να το κάμει(π.χ. τραούθκια)
πωλείτες–> μάλλον έθελα να πω αγοραστές.. 🙂
@Φουρνόφκιος: Φίλε μου, ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια! Σωστά εκατάλαβες τζιαι σωστά το θέτεις. Το θέμα είναι ότι κανένας εν έshει συμφέρον να δει έτσι τα πράματα, άρα εννα συνεχιστούν οι κόντρες..